- Κατηγορία: Ελληνική Οικονομία
- Εμφανίσεις: 3776
Forbes 100+: Αυτές είναι οι μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις
Έχοντας απορροφήσει το σοκ από την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισµών το καλοκαίρι του 2015 και την υπερφορολόγηση των συνεπών φορολογουµένων, που οδήγησε σε συνεχή µείωση του διαθέσιµου εισοδήµατος των νοικοκυριών και "πάγωµα" της κατανάλωσης, οι µεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις δείχνουν να βρίσκουν πλέον έναν βηµατισµό ικανό να τις οδηγήσει σε αναπτυξιακή τροχιά, µε έµφαση στην εξωστρέφεια, καθώς η χώρα εργάζεται για να απαλλαγεί από τα Μνηµόνια και να αποκαταστήσει τη θέση της στις διεθνείς αγορές.
Η περυσινή χρονιά θεµελίωσε τη δυναµική ανάκαµψη της πλειονότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, παρά τις διαρκείς δυσκολίες, ανάκαµψη η οποία συνεχίστηκε και στην τρέχουσα χρήση. Στο επίκεντρο βρέθηκαν όµιλοι µε έντονα διαφοροποιηµένη στρατηγική και δραστηριότητα, ισχυρό εξωστρεφές αποτύπωµα και µικρή (ή "ελεγχόµενη") εξάρτηση από την εσωτερική αγορά, που συνεχίζει να υφίσταται τις επιπτώσεις της περαιτέρω συρρίκνωσης της κατανάλωσης και των στρεβλώσεων που δηµιουργεί η αύξηση της φορολόγησης, έµµεσης και άµεσης, των νοικοκυριών.
Ένα από τα ορόσηµα του 2016 ήταν η επιστροφή των ελληνικών τραπεζών στην κερδοφορία, έχοντας παράλληλα ενισχύσει την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Ακόµα και σήµερα διατηρούν δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Tier 1 που βρίσκεται µεταξύ των υψηλότερων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο 17,2% κατά µέσο όρο, ή 33 δισ. ευρώ κεφάλαια. Καταλύτη για την πορεία τους το 2017 και στη νέα χρονιά αποτελεί η δυνατότητά τους να επιτύχουν τους στόχους µείωσης των µη εξυπηρετούµενων δανείων (NPLs) και των ανοιγµάτων (NPEs), κάτι που θα κριθεί στη διάρκεια του 2018.
Την επιστροφή τους σε κερδοφορία κατάφεραν και άλλοι µεγάλοι εγχώριοι όµιλοι, µε τη ΔΕΗ να πρωταγωνιστεί σε αυτή την προσπάθεια turnaround, επιχειρώντας συγχρόνως να αντιµετωπίσει τα πολλά και διαφορετικά ζητήµατα που αφορούν τη λειτουργία της, από το άνοιγµα της αγοράς ενέργειας µέχρι τη διαχείριση των ανείσπρακτων οφειλών. Παράλληλα, η χρονιά χαρακτηρίστηκε και από την εξαιρετική πορεία των διυλιστηρίων, του Οµίλου των Ελληνικών Πετρελαίων και της Motor Oil Hellas, που καταλαµβάνουν τις δύο πρώτες θέσεις της λίστας "Forbes 100+" που δηµοσιεύει το "Forbes" σε συνεργασία µε τη Deloitte, η οποία αποτυπώνει τη δυναµική του εγχώριου επιχειρείν.
Διότι το κύριο ζητούµενο για τον επιχειρηµατικό κόσµο και την επενδυτική κοινότητα είναι να ανακτηθεί η τρωθείσα εµπιστοσύνη από τα γεγονότα του 2015 και, εν συνεχεία, την αµφίσηµη αντιµετώπιση µεγάλων επενδύσεων που µπορούν να τονώσουν την ανάπτυξη και να δηµιουργήσουν θέσεις εργασίας. Εάν συµβεί αυτό, και οι τράπεζες θα µπορέσουν, έχοντας κλείσει τα ανοιχτά τους µέτωπα, να επιτελέσουν τον πρωταρχικό τους ρόλο, αυτόν της χρηµατοδότησης της επιχειρηµατικότητας. Για τους ελληνικούς οµίλους αυτό αποτελεί, ίσως, ένα από τα µεγαλύτερα προβλήµατα, καθώς η πρόσβαση σε κεφάλαια από το εγχώριο τραπεζικό σύστηµα παραµένει δυσχερής και ασύµφορη λόγω κόστους.
Για τον λόγο αυτό και όσοι από τους µεγάλους οµίλους πληρούσαν τις προϋποθέσεις κατόρθωσαν να υλοποιήσουν, µε σηµαντική επιτυχία, εκδόσεις οµολογιών, µέσω των οποίων εξασφάλισαν "φθηνότερα" κεφάλαια και µείωσαν το κόστος χρηµατοδότησης του δανεισµού τους. Μια τάση που διατηρήθηκε το 2017 και θα συνεχιστεί, καθώς αποκλιµακώνονται διαρκώς οι αποδόσεις και το spread των ελληνικών οµολόγων.
Τα προβλήµατα
Παρ’ όλα αυτά, τα προβλήµατα παραµένουν. Η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη. Για παράδειγµα, ΦΠΑ 24%, έναντι 20,1% κατά µέσο όρο στην Ευρώπη, φόρο εισοδήµατος νοµικών προσώπων 29%, έναντι 19,5%, φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων (ανώτατος οριακός συντελεστής) 45%, έναντι 34,9%, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης 16% για τον εργαζόµενο και 24,1% για τον εργοδότη, έναντι 12,8% και 21,7% αντιστοίχως. Η Ελλάδα έχει, επίσης, από τους υψηλότερους στην Ευρώπη φορολογικούς συντελεστές στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, µε τα έσοδα αφενός από τον καπνό και το αλκοόλ και αφετέρου από τα καύσιµα να ανέρχονται σε 1,6% και 3,0% του ΑΕΠ, έναντι 0,8% και 1,9% του ΑΕΠ στην Ευρώπη αντιστοίχως. Το ίδιο ισχύει, τέλος, και όσον αφορά τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, όπου τα έσοδα από τον επαναλαµβανόµενο φόρο κατοχής, όπως ο ΕΝΦΙΑ, στην Ελλάδα ανέρχονται σε 2,7% του ΑΕΠ, έναντι 1,6% του ΑΕΠ στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, και λόγω του ύψους των συντελεστών αυτών, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στη φοροδιαφυγή, την αδήλωτη εργασία, το λαθρεµπόριο και τη µείωση των τιµών των ακινήτων. Και, όπως αναφέρει ο ΣΕΒ, η υπερφορολόγηση µεγεθύνει τη φοροδιαφυγή και σκοτώνει την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας.
Πώς συντάχθηκε η λίστα
Με βάση τα πλέον πρόσφατα δηµοσιευµένα αποτελέσµατα χρήσης, επελέγησαν είτε όµιλοι εταιρειών µε συνολικό κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατοµµυρίων ευρώ είτε εταιρείες οι οποίες δεν ανήκουν σε οµίλους, αλλά έχουν πραγµατοποιήσει κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατοµµυρίων ευρώ. Ως εκ τούτου, θυγατρικές εταιρείες οµίλων οι οποίες έχουν κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατ. και ενοποιούνται στον όµιλο έχουν περιληφθεί στις ενοποιηµένες οικονοµικές καταστάσεις για τους σκοπούς του παρόντος. Παρότι έχουν συµπεριληφθεί εταιρείες οι οποίες ανήκουν σε οµίλους στο εξωτερικό και ενοποιούνται στις οικονοµικές καταστάσεις του οµίλου, για τους σκοπούς του παρόντος δηµοσιεύονται τα στοιχεία που αφορούν την εταιρεία και όχι τον όµιλο, για λόγους εντοπιότητας.
Οι εταιρείες ιεραρχήθηκαν σύµφωνα µε τον κύκλο εργασιών (από τον υψηλότερο στον χαµηλότερο) και τα ποσά είναι σε χιλιάδες ευρώ. Σηµειώνεται ότι στον κύκλο εργασιών περιλαµβάνονται και τα έσοδα από διακοπτόµενες δραστηριότητες (σε όσες περιπτώσεις υπήρχαν). Επίσης, ο κύκλος εργασιών των εταιρειών δεν περιλαµβάνει φόρους και άλλα ποσά που δεν αναλογούν στα συνολικά έσοδα (π.χ., clawback, τέλη ταξινόµησης, ΦΠΑ κ.λπ.). Αναφορικά µε τις τραπεζικές εταιρείες, σηµειώνεται ότι ως κύκλος εργασιών ορίζονται τα µικτά έσοδα από τόκους και προµήθειες. Αντίστοιχα, σχετικά µε τις ασφαλιστικές εταιρείες, ως κύκλος εργασιών ορίζονται τα καθαρά δεδουλευµένα ασφάλιστρα.
Σηµειώνεται ότι η παρούσα λίστα δεν περιλαµβάνει οµίλους εταιρειών ή/και εταιρείες οι οποίες δεν έχουν δηµοσιεύσει οικονοµικές καταστάσεις έως την ηµεροµηνία άντλησης των οικονοµικών δεδοµένων, η οποία ορίζεται η 12η Δεκεµβρίου 2017. Για όσους οµίλους ή και εταιρείες δεν δηµοσιεύουν οικονοµικές καταστάσεις µε τέλος χρήσης 31/12/2016, έχουν χρησιµοποιηθεί τα πλέον πρόσφατα στοιχεία.
Η άντληση των οικονοµικών δεδοµένων που λήφθηκαν υπόψη (ήτοι κύκλος εργασιών, κέρδη προ φόρων κ.λπ.) για την ανάλυση κύκλου εργασιών εταιρειών πρόσφατων δηµοσιευµένων οικονοµικών καταστάσεων πραγµατοποιήθηκε από τις βάσεις δεδοµένων (ICAP) που χρησιµοποιεί η Deloitte, καθώς επίσης και από τις ιστοσελίδες των εταιρειών, το ΓΕΜΗ κ.λπ. Ως εκ τούτου, αποτελεί συλλογή δηµοσιευµένων πληροφοριών, παρέχεται αποκλειστικά για σκοπούς πληροφόρησης και δεν συνιστά οικονοµοτεχνική ή λογιστική µελέτη, συµβουλή, γνωµοδότηση κ.λπ.
Επίσης, τα οικονοµικά στοιχεία δεν έχουν αναµορφωθεί µε τυχόν παρατηρήσεις από ορκωτούς ελεγκτές. Οι αριθµοδείκτες έχουν προέλθει από στοιχεία και υπολογισµό που έλαβε η Deloitte από τις βάσεις δεδοµένων που χρησιµοποιεί και δεν έχουν υποστεί οικονοµοτεχνικό έλεγχο από την Deloitte. Ο υπολογισµός των αριθµοδεικτών µπορεί να διαφέρει σε σύγκριση µε τον αντίστοιχο που χρησιµοποιεί η εκάστοτε εταιρεία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρείται ενδεικτική η τιµή τους.
Τέλος, η Deloitte δεν έχει προβεί σε έλεγχο των οικονοµικών δεδοµένων. Σε τυχαίο και περιορισµένο δείγµα έχει προβεί στην αντιπαραβολή των οικονοµικών δεδοµένων (ήτοι κύκλος εργασιών και κέρδη προ φόρων) µε τις αντίστοιχες οικονοµικές καταστάσεις εταιρειών, χωρίς κάποιο προφανές εύρηµα.
Πηγή: http://www.capital.gr